Δήλος, ιερωτάτη νήσων
Η Δήλος, μια μακρόστενη λωρίδα γης, μήκους 5 χλμ και πλάτους 1.300 μ., ιδιαίτερα λαμπερή στο φως του ήλιου λόγω των πετρωμάτων της, περιγράφεται στα ποιητικά κείμενα ως ένας πλάνητας βράχος που σταθεροποιήθηκε στην καρδιά του Αιγαίου με αδαμάντινους κίονες, όταν η Λητώ γέννησε εκεί δύο από τους σπουδαιότερους θεούς του ελληνικού πανθέου, τον Απόλλωνα και την Άρτεμη.
Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης της Δήλου εντοπίζονται στο ψηλότερο έξαρμά της, στο όρος Κύνθος, ύψ. 112 μ., όπου ανασκάφηκε ένας μικρός πρωτοκυκλαδικός οικισμός που χρονολογείται στην 3η χιλιετία π.Χ. Στην πεδιάδα που σχηματίζεται στο βόρειο τμήμα της δυτικής ακτής, στον πιο προστατευμένο όρμο του νησιού, πάνω στα ερείπια τoυ μυκηναϊκού oικισμού που αναπτύχθηκε εκεί στο β’ μισό της 2ης χιλ. π.Χ., ιδρύθηκε το ιερό του Απόλλωνα, γνωστό τουλάχιστον από την εποχή των ομηρικών επών.
Το ιερό της Δήλου, όπως και ολόκληρο το νησί, αποτέλεσε επίκεντρο του ενδιαφέροντος για τις εκάστοτε ισχυρές δυνάμεις της αρχαιότητας. Η υπεροχή της Νάξου αποτυπώνεται σε κτήρια και αναθήματα όπως ο οίκος των Nαξίων, το κολοσσικό άγαλμα του Aπόλλωνα και το Άνδηρο των Λεόντων. Η πόλη ωστόσο που καθόρισε το πεπρωμένο της Δήλου ήταν η Αθήνα. Το 478 π.Χ. ιδρύθηκε η Δηλιακή συμμαχία με έδρα το ιερό νησί, η οποία σταδιακά εξελίχθηκε σε αθηναϊκή ηγεμονία. Το 454 π.Χ. οι Αθηναίοι μετέφεραν το ταμείο της συμμαχίας στην Αθήνα, ενώ το 426/5 π.Χ., με μια πράξη ηγεμονισμού, προέβησαν στην πλήρη κάθαρση της Δήλου, δηλαδή την μεταφορά όλων των τάφων στην γειτονική Ρήνεια.
Κατά τον 4ο αι. π.Χ. νέες δυνάμεις διεκδικούν την ηγεμονία του ελληνικού κόσμου. Η Αθηναϊκή κυριαρχία στην Δήλο διατηρείται ως το 314 π.Χ., οπότε η Δήλος ανακηρύσσεται ανεξάρτητη. Την περίοδο της δηλιακής ανεξαρτησίας οι ελληνιστικοί ηγεμόνες, συναγωνίζονται σε ευλάβεια προς το θεό με την ίδρυση σημαντικών μνημείων και αναθημάτων στο ιερό νησί του. Νέα άνθηση σημειώνεται στην Δήλο, που σταδιακά εξελίσσεται σε σημαντικότατο εμπορικό λιμάνι προσελκύοντας εμπόρους και ναυτικούς λόγω της αυξανόμενης οικονομικής της σημασίας. Η ήττα του βασιλιά των Μακεδόνων Περσέα το 168 π.Χ. στην Πύδνα από τους Ρωμαίους, σήμανε των τέλος των Δηλίων. Το 167 π.Χ. η Δήλος παραχωρείται για δεύτερη φορά στους Αθηναίους που την εποικίζουν εκδιώκοντας οριστικά τους Δηλίους.
Οι Ρωμαίοι ανακηρύσσουν την Δήλο ελεύθερο λιμάνι. Η φορολογική ατέλεια προσελκύει μεγάλο αριθμό επιχειρηματιών από Ανατολή και Δύση. Ο πληθυσμός της Δήλου αυξάνεται σημαντικά, εντατικοποιείται η οικοδομική δραστηριότητα και σημειώνεται μεγάλη οικονομική ανάπτυξη. Οι ξένοι κάτοικοι υπερτερούν πλέον έναντι των Αθηναίων ενώ ισχυρότατη είναι και η παρουσία της ιταλικής παροικίας στην Δήλο. Νέες πολυάριθμες και πολυτελείς κατοικίες, νέες αγορές, νέα ιερά και ενώσεις επιχειρηματιών, εμπόρων και εφοπλιστών ιδρύονται στο νησί. Εφοπλιστές, πράκτορες και έμποροι ιδρύουν λέσχες όπου λατρεύουν τους θεούς τους και αναπτύσσουν οικονομικές δραστηριότητες (Αιγύπτιοι, Σύριοι, Εβραίοι, Βηρύτιοι, Ιταλοί).
Η εύνοια της Ρώμης προς την Δήλο υπήρξε και η αιτία καταστροφής της. Στον πόλεμο του Μιθριδάτη κατά των Ρωμαίων, ο πρώτος επιτέθηκε και κατέστρεψε το νησί το 88 π.Χ. Το νησί υπέστη και νέα καταστροφή το 69 π.Χ. από τους πειρατές του Αθηνόδωρου, σύμμαχου του Μιθριδάτη.
Η Δήλος συνέχισε να κατοικείται ως τον 6οαι. μ.Χ., αν και το εμπόριο είχε πλέον σημειώσει σημαντική ύφεση. Τα πλούσια σπίτια μετατράπηκαν σε εργαστήρια τεχνιτών ενώ οι Αθηναίοι, που εξακολουθούσαν τυπικά να είναι κύριοι της νήσου.
Παλαιοχριστιανικές βασιλικές που εντοπίστηκαν στο νησί μαρτυρούν για την διάδοση του χριστιανισμού στους κατοίκους της Δήλου των πρώτων χριστιανικών αιώνων – η οποία μάλιστα γίνεται και έδρα επισκοπής.
Η αρχαία δόξα της Δήλου επανέρχεται στην μνήμη του δυτικού κόσμου με την Αναγέννηση και τους περιηγητές. Οι ανασκαφές που ξεκίνησε η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή το 1873 έφεραν στο φως σημαντικά τμήματα του θρησκευτικού, οικιστικού, εμπορικού, πολιτικού και πολιτιστικού παρελθόντος της Δήλου.
Επίκεντρο του ενδιαφέροντος κατά τις ανασκαφές αποτέλεσε το Ιερό του Απόλλωνα, στο μέσον περίπου της δυτικής πλευράς του νησιού, που περιλαμβάνει τους αρχαιότερους ναούς και άλλα οικοδομήματα που ήταν αφιερωμένα στον θεό.
Ο πρώτος ναός που συναντά ο επισκέπτης, μετά την είσοδο στο Ιερό από τα Προπύλαια, είναι ο Ναός του Απόλλωνα, ο μεγαλύτερος από τους τρεις ναούς του θεού, γνωστός και ως ναός των Δηλίων και «Μέγας Ναός». Η οικοδόμησή του έγινε σε δύο φάσεις: ξεκίνησε γύρω στο 475-470 π.Χ. με χρήματα της Δηλιακής Συμμαχίας και σταμάτησε το 454 π.Χ. Την εποχή της δηλιακής ανεξαρτησίας, το 314 π.Χ., οι εργασίες ξανάρχισαν. Η κατεργασία των κιόνων και της κρηπίδας, όμως, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Χτισμένος σε φυσικό υπερυψωμένο πλάτωμα, ο Ναός του Απόλλωνος είναι το μοναδικό περίπτερο οικοδόμημα στην Δήλο, διαστάσεων 29,78 Χ 13,72μ. (κατά τι μεγαλύτερος από τον ναό των Δελφών), με περίσταση που αποτελούνταν από έξι κίονες στις στενές πλευρές και δεκατρείς στις μακρές (εικ.6). Ο ναός ήταν διπλός εν παραστάσι με πρόναο, σηκό και οπισθόδομο (εικ.7,8). Ως προς τις αναλογίες του παρουσιάζει ομοιότητες με τον ναό του Διός στην Ολυμπία. Η είσοδος του ναού των Δηλίων, όπως και των δύο άλλων ναών του Απόλλωνα (ναός Αθηναίων και Πώρινος ναός) βρισκόταν στα δυτικά.