Το Επιγραφικό Μουσείο που στεγάζεται στη νότια πλευρά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ιδρύθηκε το 1885 με σκοπό την προστασία, διατήρηση, μελέτη και έκθεση των αρχαίων επιγραφών σε λίθο. Διαθέτει τη μεγαλύτερη παγκοσμίως συλλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών, των άμεσων πηγών της ιστορίας, που παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για όλους τους τομείς της οικονομικής, πολιτικής, θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής της αρχαιότητας. Οι περισσότερες επιγραφές προέρχονται από την Αθήνα και την Αττική, ενώ υπάρχουν επίσης αρκετές από την υπόλοιπη Ελλάδα και την Μικρά Ασία. Η γλώσσα τους είναι η αρχαία Ελληνική, υπάρχουν όμως λίγες στη λατινική και ένας μικρός αριθμός σε άλλες γλώσσες (Φοινικική, Εβραϊκή, Οθωμανική). Χρονολογικά εκτείνονται από τον 8ο αι. π.Χ. έως και τους παλαιοχριστιανικούς, βυζαντινούς και τους νεώτερους χρόνους.
Το Μουσείο έχει συνολικό εμβαδόν 4.869, 413 τ.μ. και περιλαμβάνει μία εξωτερική και εσωτερική αυλή, έναν προθάλαμο, ένδεκα αίθουσες, υπερώο, αποθηκευτικούς χώρους, εργαστήριο συντήρησης, βιβλιοθήκη και χώρους γραφείων. Eπισκέψιμα από το ευρύ κοινό είναι η εξωτερική αυλή, ο προθάλαμος, τέσσερις αίθουσες (1, 2, 9 και 11) και η εσωτερική αυλή. Δίπλα στο Επιγραφικό Μουσείο υπάρχει το Κέντρο Επιγραφικών Μελετών που περιλαμβάνει αίθουσα περιοδικών εκθέσεων και συνεδρίων, χώρους γραφείων και βιβλιοθήκη.
Το Επιγραφικό Μουσείο συμμετέχει στο ερευνητικό έργο με τίτλο «Εφαρμογές εντοπισμένης προσομοίωσης» στο πλαίσιο της Δράσης Εθνικής Εμβέλειας «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ» που στοχεύει στην δημιουργία μιας ολοκληρωμένης προσομοίωσης για την προβολή των πολιτισμικών χώρων με την χρήση καινοτόμων τεχνολογιών επαυξημένης πραγματικότητας.
Η εφαρμογή αυτή θα υλοποιηθεί στο Επιγραφικό Μουσείο με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνουμε από την ενεπίγραφη στήλη, που περιλαμβάνει τις προδιαγραφές για την οικοδόμηση της «σκευοθήκης του Φίλωνος», επιμήκους οικοδομήματος (μήκους 18 Χ 131 μ,) στον Πειραιά, όπου φυλάσσονταν τα κρεμαστά εξαρτήματα των πολεμικών πλοίων. Η επιγραφή βρέθηκε το 1882 στη βόρεια πλευρά του λιμανιού της Ζέας. Χρονολογείται στα μέσα 4ου αι. π.Χ. και εκτίθεται στην αίθουσα 9 του Επιγραφικού Μουσείου.
Στην επιγραφή προσδιορίζονται οι προδιαγραφές και οι όροι για την οικοδόμηση της σκευοθήκης (συνγραφαί) από τον αρχιτέκτονα Φίλωνα, που την σχεδίασε, και τον συνεργάτη του Ευθύδομο. Τα βασικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής μορφής του οικοδομήματος περιγράφονται με τόση ακρίβεια στην επιγραφή, σε συνδυασμό με τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του κτηρίου που αποκάλυψε η ανασκαφική έρευνα στο λιμάνι της Ζέας, κατέστησαν δυνατή την σχεδιαστική αναπαράστασή του.
Το 1988-89 η ανασκαφική έρευνα επιβεβαίωσε, αλλά και διευκρίνισε, όσα περιγράφονταν στην επιγραφή. Στη ΒΑ πλευρά του λιμανιού της Ζέας ήρθαν στο φως τα κατάλοιπα μιας επιμήκους κατασκευής που παρουσίαζε ομοιότητα ως προς την αρχιτεκτονική μορφή και τις διαστάσεις με εκείνες που περιγράφονταν στην επιγραφή, ώστε δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία για την ταύτιση του οικοδομήματος. Πρόκειται για ένα επίμηκες ορθογώνιο οικοδόμημα με αέτωμα και δωρική ζωφόρο, ξύλινη στέγη και δύο θυραία ανοίγματα σε κάθε μία από τις στενές πλευρές της. Το εσωτερικό της αποτελούσε μία κλειστή στοά που χωριζόταν με δύο πεσσοστοιχίες σε τρία κλίτη, εκ των οποίων τα δύο πλευρικά ήταν διώροφα και διέθεταν ράφια για την τοποθέτηση των κρεμαστών εξαρτημάτων των πολεμικών πλοίων, δηλ. σχοινιών, ιστίων, υφασμάτων κ.α.
Η απόφαση κατασκευής της σκευοθήκης στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. δεν είχε ως στόχο μόνον την εξυπηρέτηση των αναγκών του πολεμικού στόλου, αλλά εντάσσεται σε ένα φιλόδοξο σχέδιο για την αναδιάρθρωση των αποθηκών των πολεμικών πλοίων στον Πειραιά. Σκοπίμως σχεδιάσθηκε σε τόσο εντυπωσιακό μέγεθος, ώστε να ανταποκριθεί στις υπάρχουσες, αλλά και στις μελλοντικές ανάγκες του πολεμικού λιμένος της Αθήνας.
Η τεχνολογία εντοπισμένης προσομοίωσης θα υλοποιηθεί στην αίθουσα 9 ή στην εσωτερική αυλή του Επιγραφικού Μουσείου, έτσι ώστε να μπορούν οι επισκέπτες μέσω μιας φορητής συσκευής (smartphone ή tablet) να περιηγηθούν στο αρχαίο κτήριο της Σκευοθήκης, χρησιμοποιώντας ως βάση ένα σχεδιασμένο περίγραμμα του κτηρίου (σχηματική κάτοψη υπό κλίμακα) στον χώρο. Με τη βοήθεια της εφαρμογής ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να περιηγηθεί γύρω από το κτήριο, όπως ήταν στο παρελθόν, να περπατήσει γύρω από αυτό ή να εισέρθει σε αυτό, παρέχοντας μια νέα εμπειρία επίσκεψης.
Αίθουσα 9
Στην αίθουσα 9 (κυανή) που έχει εμβαδόν 182 τ.μ., παρουσιάζεται επιλογή σημαντικών ενεπιγράφων μνημείων από τον 6ο αι. π.Χ. έως τον 4ο αι. μ.Χ. που φωτίζουν διάφορες όψεις της δημόσιας ζωής της αρχαιότητας και κυρίως των Αθηναίων. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η στήλη που σώζει την αναδημοσίευση του 409/8 π.Χ. του νόμου του Δράκοντος περί φόνου (του έτους 621/20 π.Χ), που περιλαμβάνει διατάξεις για το αδίκημα του ακούσιου φόνου και για τον αιτιολογημένο φόνο ή φόνο εν αμύνη. Μεγάλης ιστορικής σημασίας είναι το ψήφισμα του πρώτου μισού του 3ου αι. π.Χ. (ενδεχομένως αντίγραφο παλαιότερου ψηφίσματος), στο οποίο ο Θεμιστοκλής εισηγείται σημαντικά μέτρα για την αντιμετώπιση της περσικής εισβολής πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Στην ίδια αίθουσα παρουσιάζονται επιγραφές που σχετίζονται με σημαντικούς τομείς της δημόσιας ζωής, όπως η λατρεία, η διαχείριση της περιουσίας των ιερών, η ίδρυση αποικιών, η κατασκευή δημοσίων έργων, η απονομή τιμών σε ξένους πολίτες.
Εκτίθενται ακόμα επιγραφές που σχετίζονται με την εφηβεία, την στρατιωτική εκπαίδευση των νέων και με την χορηγία, την πολυδάπανη λειτουργία, με την οποία η αθηναϊκή πολιτεία επιφόρτιζε τους εύπορους πολίτες να αναλάβουν τη δαπάνη για την προετοιμασία και την συντήρηση του χορού των θεατρικών παραστάσεων. Ένα κληρωτήριο (μηχανή κλήρωσης) δείχνει τον τρόπο επιλογής πολλών Αθηναίων αρχόντων, με στόχο τη διασφάλιση του δημοκρατικού πολιτεύματος και την αποτροπή της διαφθοράς. Τέλος, στον ανατολικό τοίχο της αίθουσας αυτής (κοντά στην νοτιοανατολική γωνία) εκτίθεται η ενεπίγραφη στήλη για τη Σκευοθήκη του Φίλωνος.
Εσωτερική Αυλή (αίθριο)
Στην εσωτερική αυλή, που έχει εμβαδόν 359,81 τ.μ. (οι μη στεγασμένοι χώροι) εκτίθενται επιτύμβιες στήλες, κιονίσκοι και μαρμάρινες τράπεζες. Στο κέντρο της αυλής δεν υπάρχουν εκθέματα, ώστε υπάρχει αρκετός χώρος ελεύθερος, προκειμένου να σχεδιαστεί η κάτοψη του κτηρίου της Σκευοθήκης υπό κλίμακα.